Η θυσία

Η θυσία.

Εκδόσεις Πατάκη, 2009.

Περασμένα μεσάνυχτα, με το αυγουστιάτικο φεγγάρι σχεδόν ολόγιομο. 480 π.Χ. Ο μελλοθάνατος Σπαρτιάτης βασιλιάς και αρχιστράτηγος των ελληνικών δυνάμεων ξαγρυπνά. Οι επίλεκτοι του Ξέρξη έχουν κυκλώσει το στρατόπεδο των Ελλήνων. Όλοι οι σύμμαχοι έχουν αποχωρήσει. Παρέμειναν μόνο όσοι από τους Θεσπιείς, του Τριακόσιους και τους είλωτες είχαν επιζήσει στις προηγούμενες αναμετρήσεις. “Βασιλέα! Άνδρας Έλληνας θα μας νικήσει. Το αρχικό γράμμα του ονόματός του αντιστοιχεί στο πέμπτο γράμμα του λακωνικού αλφαβήτου” είχε προφητεύσει χλωμός ο οιωνοσκόπος Μεγιστίας. Και την αυγή της εκστρατείας οι οιωνοί δεν ήταν καλοί. Το σφάγιο δεν είχε λοβό στο ήπαρ. Αλλά και παλαιότερα η Δελφίνη, φίλη στενή του Λεωνίδα, είχε προμαντεύσει: “Στο θυσιαστήριο, εκεί στις Πύλες που γειτονεύουν με τις ιερές ιαματικές πηγές. Σαν σφάγιο θα οδηγηθείς από την αγάπη που σε κυριεύει”.

Τις ώρες της μοναχικής του ολονυκτίας, με το σώμα όλο να πονά από τα τραύματα, ο βασιλιάς των Σπαρτιατών θυμάται… Και λαχταρά να βρισκόταν κοντά του οι αγαπημένοι του. Η γυναίκα του η Γοργώ, ο μονάκριβος οκτάχρονος γιος του. “…ο μικρός μου πρίγκηπας, ο καταδικός μου Πλείσταρχος … Θα ‘θελα, ω θεοί,πως θα ‘θελα να με επισκεπτόταν! Να παρουσιαζόταν κι αυτός σαν λάμψη διστακτική, αυγινή, εδώ στην αγρυπνία μου. Μνημοσύνη, βασίλισσά μου, μερίμνησε… Εδώ να υποδεχθώ και την Κυρά μου. Θα εμφανισθεί αστραφτερή και αγέρωχη, και εκείνες οι θαλασιές λίμνες των ματιών της θα στάζουν. Όχι δάκρυα, παρά αφρό κυμάτων. Θα μου δοθεί. Αμίλητη και παράφορη και εκρηκτική, όπως μόνον αυτή ξέρει να δίνεται. Θα της προσφερθώ”.

Ξημερώνοντας, ο Λεωνίδας κάλεσε τους πολεμιστές του. “Σαν ένας και μοναδικός άνθρωπος” τους είπε. “Σαν ένας, αλλά ο μόνος, ο τελευταίος άνθρωπος που απέμεινε στη γη αυτήν. Σαν ο άνδρας ο ολομόναχος που του ανατέθηκε το καθήκον της προάσπισης της πατριάς του. … Έχουμε εμπρός μας μιαν ολόκληρη ημέρα για να φανούμε αντάξιοι των προσδοκιών της πατρίδος. Και έχουμε στα μάτια το όραμα της ανυπότακτης και ελεύθερης Ελλάδος”.