Μουσικό παραμύθι είναι η Θυμωμένη μπετονιέρα του Δημήτρη Μπασλάμ, γνωστού μας και από τα δυο προηγούμενα έργα του, Ο Γαργαληστής και ο Αγισήλαγος, από τις Εκδόσεις Επόμενος Σταθμός και αυτά. Είναι, επίσης, γνωστός και για τις θαυμαστές επιδόσεις του στο μπάσο, το οποίο άρχισε να σπουδάζει από την ηλικία των 16 ετών. Ακόμη έχει συνεργαστεί με πολλούς καλλιτέχνες της ροκ και εναλλακτικής σκηνής, έχει λάβει μέρος σε συναυλίες, έχει συνθέσει, έκανε ενορχηστρώσεις, δισκογραφικές παραγωγές, μουσική για σινεμά…
Η Θυμωμένη μπετονιέρα, που ανέβηκε με επιτυχία στο θέατρο, με ζωντανή ορχήστρα, ως έντυπη έκδοση ξεχωρίζει για την πρωτότυπη σύλληψη και την απρόοπτη εξέλιξή της, όπως και για τον ρυθμό και τη μουσικότητα του λόγου. Και ιδού:
Η χώρα που ξεκίνησε αυτή η ιστορία
θάλασσα είχε γύρω της και μία παραλία.
Είχε ακόμα ουρανό, σύννεφα σκονισμένα
κι έξι πουλιά ολόιδια, όλα συναχωμένα.
Οι κάτοικοί της νόμιζαν πως ήταν μια χαρά
και πάντοτε καμάρωναν πως τα ‘χαν όλα πια!
Ως φαίνεται, όμως, δεν τα είχαν δα και όλα, διότι γιατί τότε ακουγόταν τόσο επίμονα «Μια δυνατή τσιρίδα, τσιρίδα… τσιριχτή/ κι ερχόταν απ’ το σπίτι που έμενε η Κική./ Αυτή η νευρική, η Μπετονιέρα η μικρή…»
Ως μπετονιέρα με το δίκιο της φώναζε –κάπως υπερβολικά, βέβαια– αλλά μόλις είχε ακούσει ειδήσεις και είχε ταραχτεί με την κυβερνητική ανακοίνωση που έλεγε ούτε λίγο ούτε πολύ ότι στην πόλη τους είχαν χτιστεί τα πάντα και πως διακόπτεται άμεσα κάθε οικοδομική δραστηριότητα. Δηλαδή η μπετονιέρα η Κική και οι φίλοι και συνεργάτες της στις οικοδομές μπαίνουν στην ανεργία.
Μοιάζει πρωταπριλιάτικο, θα είναι κάποιο αστείο!
Τα νεύρα μου! Τα χάπια μου! Κι ένα νοσοκομείο!
Ωρυόταν. Ώσπου ξάφνου σώπασε κι έμεινε στήλη άλατος. Η έμπνευση. Η φώτιση. Μάλιστα. Θα καλούσε τους φίλους της – όπως και έκανε. Κι εκείνοι έσπευσαν.
Εδώ πρέπει να σημειώσω ότι η προσέλευση των φίλων είναι από τα πιο ωραία σημεία του βιβλίου:
Ο Αργύρης, το Μυστρί,
ήρθε πρώτος με ταξί…
Η Ντάλια, το Τούβλο,
στο επόμενο λεπτό,
φορώντας απ’ τη βιάση της
ακόμα νυχτικό.
Ξοπίσω της ο Λάμπης,
ωραίος Τενεκές,
σχεδόν μαζί κι η Μαίρη,
ψηλόλιγνο Μαδέρι,
κουνώντας μια βεντάλια
που κράταγε στο χέρι.
Τέλος πάντων, όλοι, φίλοι και συνεργάτες, παρόντες στο σαλονάκι της αυλής της Κικής. Στην αρχή ανησύχησαν. Μάλιστα, ο Τενεκές διαρκώς χτυπούσε κεφαλιές στο δάπεδο. Και σκεπτόταν, προσπαθούσε μήπως του ‘ρθει καμιά ιδέα κι αράδιαζε τις δουλειές που είχε ακουστά:
Να γίνω πυροσβέστης; Ή μάντης ξακουστός;
Στο δρόμο τροχονόμος ή σε ταξί οδηγός;
Τυροκόμος; Ανθοκόμος; Καφετζής, καροποιός;
Ακροβάτης; Διπλωμάτης; Στη βουλή πολιτικός;
Ή μήπως πια χρειάζομαι και λίγη ξεκούραση; αναρωτήθηκε. Ξεκούραση! Μαγική λέξη, διότι μέσα της κλείνει άπειρα ωραία πράγματα: παιχνίδι και κουβεντούλα, περιπάτους, ορίζοντα ελεύθερο και ανοιχτό στη ματιά, ξενοιασιά, φιλίες…
Ήταν ένα θαύμα ότι η πορτοκαλί θυμωμένη μπετονιέρα και οι επτά φίλοι της αποφάσισαν να αλλάξουν την τσιμεντένια πόλη, την πόλη όπου δεν άνθιζαν λουλούδια και κερασιές, δεν φυσούσε φρέσκο αεράκι, δεν χαίρονταν τα παιδιά. Ένας ήλιος ολόλαμπρος κατακλύζει την πόλη και τη φωτίζει πανέμορφη τώρα. Κι όλοι οι κάτοικοι περνούν καλά και η Κική με τους φίλους της ακόμη καλύτερα. Είναι που σήμερα απέκτησαν έναν ξακουστό φούρνο, απέκτησαν όμως και όνειρα. Γύρω τους απλώνεται ελεύθερος, γεμάτος ανάσες χαράς, ο κόσμος…
Αυτό τον κόσμο, τον ελεύθερο, μα και τον προηγούμενο έγκλειστο, τον απέδωσε εξαιρετικά ο ζωγράφος Κώστας Μαρκόπουλος. Η δουλειά του, δυνατή, με τα σπάνια χρώματά της και τις ταξιδιάρες φιγούρες, απλώνεται παντού, θαρρείς και έξω από την ιστορία, και σαν να μη γνωρίζει περιορισμούς, προσφέρεται για χίλια δυο ταξίδια των ματιών και της καρδιάς.
Ωραίο βιβλίο, μιλά για τις δυνατές φιλίες, για τερπνά όνειρα, για διεκδικήσεις των οφειλόμενων.
Τα μικρότερα παιδιά θα χρειαστούν βοήθεια στην ανάγνωση, άλλωστε το μέγεθός του δεν τα βοηθά, αλλά οπωσδήποτε θα χαρούν, τον ρυθμό τουλάχιστον, όπως και τα αστεία στιγμιότυπα. Όμως τα μεγαλύτερα θα το βρουν και ενδιαφέρον και διασκεδαστικό.
https://diastixo.gr/kritikes/paidika/2069-thimomeni-mpetoniera