Το να διαφέρει κάποιος από τους άλλους, συνήθως τους πολλούς, ως προς τα εξωτερικά χαρακτηριστικά, την καταγωγή, τις επιλογές, τον ψυχισμό του, τον χαρακτήρα, τις ιδέες, τις ικανότητές του, το ονομάσαμε διαφορετικότητα. Συνηθίζουμε δε να υποστηρίζουμε, τουλάχιστον όσοι από εμάς έχουμε την τύχη να σκεπτόμαστε το καλό και να το αποζητούμε, δίνοντας μάχες κάποτε γι’ αυτό (στο μέτρο του δυνατού οι περισσότεροι, πέρα από τα όρια οι ευγενείς ψυχές), ότι κύριο μέλημα της κοινωνίας, αλλά και του διαφορετικού ατόμου, πρέπει να είναι το να μπορεί να παραμένει ελεύθερο με τις διαφορές του αρκεί αυτές να μη βλάπτουν τον άλλον.
Τελευταίως στον εκδοτικό χώρο εμφανίζονται αρκετά βιβλία για παιδιά στα οποία γίνεται λόγος για τη διαφορετικότητα. Μερικά είναι ελκυστικότατα, υπαινικτικά, δίχως ροπή προς τον διδακτισμό, άλλα απευθύνονται σε μεγαλύτερα παιδιά κι άλλα σε μικρότερα. Στα τελευταία, πρωταγωνιστούν ζωάκια. Συνήθως πλάσματα οικεία στα πολύ μικρά παιδιά, τα οποία ανεπαισθήτως, και μέσα από το παραμύθι και τις αγαπημένες φιγούρες, γνωρίζουν τα της ζωής και τα της κοινωνίας. Οπωσδήποτε κάνουν και μια νοερή και μικρή, έστω, γνωριμία με την ομάδα. Κορυφαίο από τα βιβλία που απόλαυσα στη ζωή μου, τα οποία μιλούν για το κρίσιμο και σοβαρό θέμα της διαφορετικότητας αλλά και της αμοιβαιότητας και του σεβασμού στον άλλον, είναι το Ασχημόπαπο του μάγου Χανς Κρίστιαν Άντερσεν.
Η σημερινή μου επιλογή, Η μικρή χήνα που δεν ήθελε να περπατάει με ρυθμό, είναι ένα τρισχαριτωμένο βιβλίο που έγραψε και εικονογράφησε ο γνωστός Γάλλοs καλλιτέχνης Jean-François Dumont. O Dumont έχει γράψει και εικονογραφήσει (καταπληκτικά!) και την Απεργία των προβάτων, όπου θίγονται με προσοχή και διακριτικότητα το δικαίωμα στην απεργία και στους αγώνες για βελτίωση των συνθηκών της ζωής. Γεννημένος στο Παρίσι το 1959, ευθύς μετά τις σπουδές του στην Αρχιτεκτονική, στράφηκε στην εικονογράφηση. Συνεργάζεται με εφημερίδες και περιοδικά, αλλά και με τις Εκδόσεις Flammarion.
H μικρή, λοιπόν, χήνα που δεν ήθελε να περπατάει με ρυθμό ονομάζεται Φλωρέτα, προέρχεται από ξένο αγρόκτημα και δεν έχει ακόμη εξοικειωθεί με το κοπάδι, το οποίο, να σημειωθεί, εξουσιάζει ο Τρύφωνας. Δεν μπορεί, ας πούμε, η νιόφερτη μικρούλα να μάθει να περπατά με ρυθμό όπως όλες οι άλλες χήνες, όταν τα πρωινά επισκέπτονται τη λίμνη για το καθημερινό μπάνιο τους. Επίσης, αδυνατεί να κατανοήσει το γεγονός της παρέλασης. Μπροστάρης ο κορδωμένος αρχηγός: «Ένα-δύο, εν-δυο, ένα-δύο, εν-δυο…» κι όλες οι χήνες βαδίζουν με τέλειο συγχρονισμό και άπειρη χάρη. Όλες; Όχι όλες, μιας και η Φλωρέτα μπερδεύεται, δεν συγχρονίζεται και δέχεται τα πυρά του Τρύφωνα: «Εσύ χαλάς τον βηματισμό μας, Φλωρέτα;» της φωνάζει έξαλλος. «Γιατί; Ε; Τι θέλεις, δηλαδή, να ξεχωρίσεις; Ακόμα δεν ήρθες!»
H μικρή χήνα δυσκολεύεται να βρει δικαιολογία. Κρατά κλειστό το ράμφος της, κλειστά και τα μάτια να μη φανεί η θλίψη που της αναστατώνει την καρδούλα. Κι εκείνος, που νομίζει πως προσφέρει υπηρεσίες στο κτήμα με την πρωινή παρέλαση, κρατά δηλαδή τις παραδόσεις, και αυτοθαυμάζεται ως ο συνεχιστής των πατροπαράδοτων, την κατηγορεί, τη διώχνει άπονα: «Δεν έχεις καμιά θέση ανάμεσά μας. Θα πας για μπάνιο μόνη σου, αργότερα, όταν γυρίσουμε εμείς», είπε, πήρε το πειθήνιο κοπάδι του κι έφυγε. Κι απόμεινε η Φλωρέτα να δοκιμάζει μόνη της τον βηματισμό και να βρέχει το γρασίδι με τα δάκρυά της. «Πλατς, σνιφ, πλατς και πλιτς πλατς, σνιφ, πλατς…» ακούγονται τα βήματά της μαζί με λυγμούς. Όμως είναι επίμονη και καθόλου δεν διστάζει να πάει στη λίμνη, έστω και μόνη. Από ψηλά ο τρυποκάρυδος άκουσε τον ήχο και θαύμασε και πρόσθεσε σε αυτόν τον ρυθμικό ήχο που βγαίνει από το ράμφος του στον κορμό του δέντρου. Ακόμη και ο κόκορας, ο Κλεόπας με τ’ όνομα, ενθουσιάζεται: «Πω! Πω! Απίθανη μουσική!» αναφωνεί και συνοδεύει με το κικίρισμά του τον σκοπό. Ξετρελαμένος κι ο γάιδαρος ο Μίμης, ξεσηκωμένη κι η Ρίκα η αγελάδα, το ίδιο και η Τίνα η προβατίνα.
Οι λυγμοί της Φλωρέτας και τα βηματάκια της, η φωνή του κόκορα, το σφυροκόπημα του δρυοκολάπτη, η κραυγαλέα και χαρούμενη φωνή του κόκορα, το γκάρισμα του γαϊδάρου Μίμη, το μουκανητό της Ρίκας, το βέλασμα της Τίνας, το χλιμίντρισμα του αλόγου, το γλου-γου της ωραίας γαλοπούλας – και κελαηδισμοί και γρυλισμοί και κοάσματα και κακαρίσματα, γέμισε ήχους το κτήμα, ήχους της πρωινής φύσης και της άδολης χαράς.
Ιδού τώρα σχηματίζεται μια μεγάλη πομπή κι εμπρός η Φλωρέτα, πίσω όλα τα άλλα ζώα, φθάνουν στη λίμνη, όπου το ρίχνουν στο χορό. «Χορεύουν ενθουσιασμένα, όπως μπορεί το καθένα, σ’ αυτόν τον ξέφρενο ρυθμό που τα έχει συνεπάρει όλα». Από τότε ο Τρύφωνας παρελαύνει μόνος του, μα δεν ξεχνά να ρυθμίζει τα βήματά του «Ένα- δύο, εν-δυο». Όσο για τη Φλωρέτα, βαδίζει ελεύθερη και περήφανη προς τη λίμνη, ενώ πίσω ακολουθούν όλοι οι φίλοι του κτήματος.
«Και γιατί να περπατάω με ρυθμό που δεν χρειάζεται;» ρωτιόταν η Φλωρέτα, κι ακόμη: «Γιατί δεν είμαι κι εγώ σαν τις άλλες χήνες, που είναι πάντα τόσο υπάκουες και όλες μαζί;»
«Διότι είσαι ο πολύτιμος, αναντικατάστατος και θαυμαστός εαυτός σου, Φλωρέτα μου. Κι επειδή έχεις άπειρες δυνατότητες, θα πρέπει να αναζητήσεις και να διεκδικήσεις τις χαρές που σου ανήκουν και σε περιμένουν», θα μπορούσα να αποκριθώ στη Φλωρέτα, σε όλες τις Φλωρέτες του κόσμου, που ευτυχώς είναι πολλές και ομορφαίνουν, και γλυκαίνουν τη ζωή μας.
Δεν θα υπερβάλω εάν γράψω ότι οι εικόνες του Jean-François Dumont είναι πανέμορφες. Αγαλλιάζει η ψυχή μικρών και μεγάλων μ’ αυτές.
Ηλικία: Προσχολική – πρώτη σχολική.