«Η αντίληψη της ομορφιάς είναι μια ηθική δοκιμασία». Πριν καν ξεκινήσει τον πρόλογο του μυθιστορήματος, η συγγραφέας Siobhan Vivian τοποθετεί σαν επίγραμμα την ανωτέρω φράση του Χένρι Ντέιβιντ Θόρο (1817-1862), ξεχωριστού Αμερικανού φιλοσόφου, φυσιοδίφη, σημαντικού πεζογράφου του υπερβατισμού, και ποιητή, φυσιολάτρη – ήταν άτομο μαχόμενο και θαρραλέο. Και είναι μια ευκαιρία για όλους μας, τέτοιες μέρες, να θυμηθούμε ότι από τα πιο σημαντικά δοκίμιά του είναι το γνωστό «Πολιτική Ανυπακοή» (Civil Disobedience). Α, θα άξιζε κάποτε να αφιερώσουμε περισσότερο χώρο στον άνθρωπο και το έργο του το οποίο, λέγεται, επηρέασε βαθύτατα τον Μαχάτμα Γκάντι και τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Ένθερμος οπαδός του αγώνα εναντίον της δουλείας, στα δάση όπου περνούσε μεγάλο μέρος της ζωής του βοηθούσε μαύρους σκλάβους να δραπετεύσουν. Το αριστούργημά του Ουώλντεν, ή η ζωή στo δάσος (Walden or Life in the Woods, 1854) είναι ένα προφητικό οικολογικό μανιφέστο. Στα ελληνικά κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κέδρος, στην ωραία μετάφραση του Βασίλη Αθανασιάδη.
Μίλησε, λοιπόν, για ηθική δοκιμασία ο Θόρο, και πράγματι είναι. Η ομορφιά! Ποιος δεν το συλλογίστηκε κάποτε; Εξάλλου, κατά καιρούς έχουν δοθεί πολλοί ορισμοί της ομορφιάς, του ωραίου, από το «Φυσικό κάλλος είναι μια απλή αντιτυπία» (εκμαγείο), και το «Προτέρημα φύσεως» (μόνον) του Πλάτωνος, έως το «Αρμονικό συνταίριασμα του περιεχομένου και της μορφής» ή «Η εξάρτηση του κάλλους από τη συμμετρία» των Στωικών, μέχρι τη γνωστή, άμεση απάντηση (σήμερα θα την έλεγαν ατάκα) του Φρ. Νίτσε σε κύριο που εξυμνούσε τα κάλλη μιας, κατά τα άλλα, ανόητης κυρίας: «Αυτές τις χάρες τις έχει και το άλογό μου!» Αντιθέτως, ο Αριστοτέλης υποστήριζε ότι «Το κάλλος παντός επιστολίου συστατικώτερον», ότι δηλαδή η εξωτερική ομορφιά είναι σημαντικότερη κι από μια συστατική επιστολή. Και ο Σωκράτης; «Σωκράτην δε ολιγοχρόνιον τυραννίδα».
Όσο για το μυθιστόρημα της Αμερικανίδας συγγραφέως Siobhan Vivian, την ομορφιά έχει ως κύριο θέμα – μα φυσικά όχι μόνον αυτό, καθώς είναι ένα μυθιστόρημα κοινωνικό με εμβάθυνση στην ψυχολογία των νέων, συχνά και των οικογενειών τους. Και του περίγυρού τους. Φαινομενικώς –μόνον φαινομενικώς– είναι ένα ακόμη βιβλίο για τη σχολική ζωή και δη των εφήβων και των προβλημάτων τους: φιλίες, κλίκες, καζούρα, φιλότιμο, βαθμολογία, όνειρα και μετανιωμοί. Λούφα. Εξετάσεις, αξιολογήσεις. Ερωτοτροπίες αλλά και έρωτες. Οι καθηγητές, με τις αδυναμίες ή την ευθύτητά τους, την ευγένεια και τις εμμονές τους. Το τέλος, σχεδόν στο σύνολο των βιβλίων αυτών, είναι ρόδινο ή τουλάχιστον υποσχετικό. Βεβαίως, ίσως σκεφθεί κανείς πως τα ίδια συμβαίνουν στους εφήβους, ανάλογες καταστάσεις είχαν να αντιμετωπίσουν πάντοτε. Τώρα και παντού – ο κόσμος έγινε μια γειτονιά.
Αλλά εδώ θα φανεί η ικανότης του συγγραφέα, το βάθος της σκέψης, το ταλέντο, οι γνώσεις, η συμμετοχή του: απευθυνόμενος στους νέους, οφείλει να παραδώσει ένα βιβλίο διαφορετικό, δηλαδή ένα βιβλίο που δεν θα τους απομακρύνει μεν από τον κόσμο που ύψωσαν μέσα τους, αλλά ο ίδιος δεν θα «συγκατοικήσει» για καιρό μαζί τους. Θα τους πάει και αλλού, θα τους δείξει κι άλλα, άγνωστα τοπία. Τόπους ψυχής. Κι έπειτα, θα τους αφήσει να στοχαστούν ελεύθεροι. Ας πούμε βέβαια ότι η συγγραφέας της Λίστας, Vivian Siobhan, γεννημένη στη Νέα Υόρκη το 1979, πέρασε χαρούμενα και καλά χρόνια. Η ίδια είναι ευτυχής όταν θυμάται ότι έβαλε ένα αδέσποτο σκυλί σ’ ένα καλάθι σούπερ μάρκετ και το πήγε στο σχολείο ή όταν αναφέρεται στα πολλά και διάφορα που σκάρωναν με τους συμμαθητές της στην τάξη. Μεγαλώνοντας σπούδασε Δημιουργική Γραφή και Παιδική Λογοτεχνία στο University of Arts και εργάστηκε ως επιμελήτρια βιβλίων και σεναριογράφος στο Disney Channel, ενώ για αρκετό καιρό ήταν συντάκτρια στη New York Times. Σήμερα διδάσκει Νεανική Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ. Έργα της μεταφράστηκαν στη Γαλλία, στην Τουρκία, τη Βραζιλία, τη Γερμανία κ.α. Ειδικώς η Λίστα έχει επαινεθεί από κριτικούς, παιδαγωγούς και γονείς και –τι καλύτερο;– από τους έφηβους αναγνώστες. «Ξαγρύπνησα διαβάζοντας τη Λίστα, που είναι αστεία, σκληρή, ρομαντική και σπαρακτική. Και τόσο αληθινή!» γράφει, ανάμεσα σε άλλους επαίνους, ενθουσιασμένη νεαρή.
Η Λίστα καταρτίζεται και αναρτάται σε όλα τα δυνατά και αδύνατα, κρυφά ή φανερά σημεία του Λυκείου Μάουντ Ουάσινγκτον κάθε χρόνο αμέσως μετά την έναρξη της σχολικής χρονιάς. Τετρακόσια αντίγραφα της λίστας για εκατοντάδες αχόρταγα μάτια. Σε αυτήν αναγράφεται το πιο όμορφο και το πιο άσχημο κορίτσι κάθε τάξης. Κανείς δεν ξέρει ποιοι είναι οι συντάκτες και πώς και πότε αλλάζουν, πάντως η παράδοση τηρείται ανελλιπώς και με ευλάβεια. Καλά, δεν θα μιλήσουμε για τα σχόλια, τις εκρήξεις, για τη θλίψη ή για τον κομπασμό, για τις ειρωνείες και την απαξίωση, για την απογοήτευση ή τις κολακείες, επόμενο είναι, ουσιαστικώς είναι παιδιά ακόμη που επιζητούν μια διαφορετική διασκέδαση. Στο κάτω κάτω, κάνουν πλάκα. Ναι, αλλά πλάκα με αναπόφευκτες, πολύ συχνά δυσάρεστες συνέπειες.
Στην καινούργια λίστα μπορεί ο καθένας να διαβάσει και να «ενημερωθεί» πως:
Πρωτοετείς: Πιο άσχημη ΝΤΑΝΙΕΛ ΝΤΕΜΑΡΚΟ, Γνωστή και ως Νταλίκα.
Πιο όμορφη ΑΜΠΙ ΓΟΥΩΡΝΕΡ, Έξτρα πόντοι επειδή διέφυγε της κληρονομικότητας!
Δευτεροετείς: Πιο άσχημη ΚΑΝΤΙΣ ΚΙΝΚΕΪΝΤ, Η ομορφιά δεν είναι επιφανειακή, ξέρεις!
Πιο όμορφη ΛΟΡΕΝ ΦΙΝ, Όλοι γουστάρουν την καινούργια!
Και αναλόγως διατυπωμένη, ολοκληρώνεται η λίστα που θα αναστατώσει το σύμπαν των παιδιών αλλά και τη ζωή των κοριτσιών που περιλαμβάνονται σ’ αυτή. Κατά τη συγγραφέα, «οι κοπέλες δοκιμάζουν τα όριά τους προσπαθώντας να ανακαλύψουν την ταυτότητά τους». Καθημερινώς και χωρίς διακοπή, «κερδισμένες» ή «χαμένες», πρέπει να αντιμετωπίσουν την κριτική των συνομηλίκων τους, αλλά και τον έλεγχο που πηγάζει από το βάθος της σκέψης τους και που τις τοποθετεί ακόμη και εκεί που δεν το περιμένουν. Επίσης, έχουν να δώσουν λόγο –στον εαυτό τους πάντοτε– για την έπαρση ή την ηττοπάθεια, για τη θλίψη από τα δυσμενή σχόλια ή για τη χαρά από τις εκφράσεις και τους χαρακτηρισμούς των κολάκων. Και είναι πολλοί. Και είναι σκληροί. Το Λύκειο του Μάουντ Ουάσινγκτον είναι η μικρογραφία ενός κόσμου ωραίου και αδίστακτου και μιας κοινωνίας που σε αποδέχεται ή σε απορρίπτει. Και αν κανείς εμβαθύνει στην όλη ιστορία, θα αντιληφθεί ότι το βιβλίο είναι και πολιτικό. Οι τοποθετήσεις των νέων στα κοινά άπτονται της πολιτικής. Αλλά και της ηθικής. Και τα οκτώ κορίτσια που βρίσκονται στη λίστα έχουν πολλά να πάθουν, αλλά και να μάθουν. Με πρώτιστο την αξιοπρέπεια.
Παράλληλα, και τις οκτώ τις ακολουθούμε στα σπίτια τους, γνωρίζουμε τις οικογένειές τους, τις παρέες τους, μπαίνουμε σαν παρείσακτοι στα όνειρά τους για να δούμε, βέβαια, πως αυτά είναι παρόμοια με τα όνειρα, τις χαρές, τις δυσκολίες αλλά και τα αυξημένα προβλήματα των παιδιών όλου του κόσμου, και επιπλέον, πληροφορούμαστε αρκετά γύρω από το εκπαιδευτικό σύστημα των ΗΠΑ. Μαθαίνουμε λόγου χάρη ότι εκεί υπάρχει και ο θεσμός της εκπαίδευσης κατ’ οίκον (ή εναλλακτικής εκπαίδευσης). Οι γονείς έχουν δικαίωμα να επιλέξουν να διδάσκουν οι ίδιοι τα παιδιά τους στο σπίτι, για θρησκευτικούς λόγους ή λόγω φόβου για το σχολικό περιβάλλον, ή επειδή θεωρούν ότι χωλαίνει το εκπαιδευτικό σύστημα, κ.λπ.
Η Siobhan Vivian με οξυδέρκεια αλλά και λεπτότητα χαιρετίζει στο βιβλίο τη φιλία, τα ωραία αισθήματα, απλώνει το χέρι στη μόλις διαφαινόμενη θλίψη των νέων από χίλιες δυο καταστάσεις –οικογενειακά προβλήματα, ανεργία, απομάκρυνση–, εισδύει τρυφερά στον ψυχισμό και των οκτώ κοριτσιών –τόσο διαφορετικών μεταξύ τους– για να υπογραμμίσει εντέλει τι είναι ομορφιά. Και να αφήσει τη διευθύντρια Κόλμπι να μιλήσει: «Σε κάποια χρόνια, κανείς δεν θα θυμάται αυτόν το χορό, κανείς δεν θα θυμάται ποια έγινε βασίλισσα, κανείς δεν θα θυμάται τη λίστα. Αυτό που θα θυμούνται είναι οι φίλοι τους, οι σχέσεις που δημιούργησαν. Αυτά πρέπει να κρατάς και να θυμάσαι».